
Συχνές ερωτήσεις γονέων:
- Πρέπει οι γονείς να παρεμβαίνουν στη διδασκαλία και να υποδεικνύουν στο παιδί πως πρέπει να διαβάζει;
Αρχικά, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η παραπάνω ερώτηση απασχολεί το μεγαλύτερο ποσοστό των γονέων και βασίζεται στο άγχος τους για πιθανή αποτυχία και στην προσπάθεια τους να είναι βοηθητικοί απέναντι στο παιδί τους. Ωστόσο, εδώ χρήζει απαραίτητο να διευκρινίσουμε την έννοια του ρόλου του γονέα και του δασκάλου. Δεδομένου ότι και οι δύο έχουν κοινό στόχο την επιτυχία του παιδιού, το σημαντικότερο εφόδιο είναι η μεταξύ τους συνεργασία. Ο γονέας μπορεί να παρέχει χρήσιμες πληροφορίες στο δάσκαλο σχετικά με τις μαθησιακές αδυναμίες που παρατηρεί στο παιδί όταν διαβάζει στο σπίτι, ολοκληρώνοντας το παζλ του μαθησιακού προφίλ για τον δάσκαλο, όμως δεν μπορεί ο ίδιος να γίνει δάσκαλος. Αυτό σημαίνει ότι ο δάσκαλος έχοντας τις απαραίτητες ακαδημαϊκές γνώσεις και βασιζόμενος στην εικόνα που έχει ο ίδιος για το παιδί και τις πρόσθετες πληροφορίες του γονέα θα χρησιμοποιήσει την καταλληλότερη πρακτική διδασκαλίας- μάθησης για το παιδί.
Όσον αφορά στον τρόπο διαβάσματος, τόσο ο δάσκαλος όσο και ο γονέας μπορούν να συμβουλέψουν το παιδί και να του προτείνουν πιθανές λύσεις σε δυσκολίες του. Σε καμία περίπτωση όμως, αυτές οι λύσεις δεν επιβάλλονται μιας που όπως είναι γνωστό δεν μαθαίνουμε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Το ίδιο το παιδί με το πέρασμα του χρόνου και δοκιμάζοντας τεχνικές θα βρει τον δρόμο του.
- Ποιος είναι ο ρόλος του γονέα απέναντι στο παιδί αναφορικά με την μαθησιακή του δραστηριότητα;
Σε κάθε περίπτωση ο ρόλος του γονέα είναι βοηθητικός και υποστηρικτικός απέναντι στο παιδί και όσον αφορά στην μαθησιακή δραστηριότητα και στην σχολική του πορεία. Ο γονέας πρέπει να θέτει όρια στο παιδί σχετικά με τον χρόνο διαβάσματος, να επιβραβεύει την προσπάθεια ανεξαρτήτου αποτελέσματος, λεκτικά και συναισθηματικά και να παραθέτει κάποια ποινή όταν το παιδί παρεκκλίνει σε μεγάλο βαθμό. Η ποινή όμως, θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι δεν πρέπει να έχει τιμωρητική μορφή αλλά να χρησιμοποιείται σε έκτακτες περιπτώσεις.
Σεβόμαστε, εκτιμάμε, επιβραβεύουμε και ενισχύουμε τις δυνατότητες και τα ταλέντα του παιδιού χωρίς να στεκόμαστε σε τυχόν αδυναμίες. Άλλωστε, ένας καλός μουσικός, ένας χορευτής, ένας μάγειρας δεν έχει τίποτα λιγότερο από έναν καθηγητή, ένα ιατρό ή ένα δικηγόρο.
- Πώς μπορεί ο γονέας να διαχειριστεί την ήττα του παιδιού του μετά τον αγώνα ;
Προκειμένου το παιδί να είναι σε θέση να διαχειριστεί την ήττα μετά από έναν αγώνα χρειάζεται να έχει συζητήσει με το γονιό και να έχει προετοιμαστεί από πριν και για τις δυο ενδεχόμενες εκβάσεις ενός αγώνα : την ήττα και τη νίκη . Είναι σημαντικό το παιδί να έχει από πρίν κατανοήσει ότι συμμετέχουμε σε ένα αγώνα για να διασκεδάσουμε και να γίνουμε καλύτεροι και όχι μόνο για να κερδίσουμε. Αρκετά βοηθητικό θα ήταν ο γονιός να παρακολουθήσει μαζί με το παιδί αγώνες διάσημων ομάδων και αθλητών που ορισμένες φορές χάνουν και άλλες κερδίζουν. Έτσι το παιδί θα κατανοήσει πως αντιμέτωποι με την ήττα έρχονται ορισμένες φορές και πολύ σπουδαίοι αθλητές, χωρίς να χάνουν τη σπουδαιότητά τους.
- Η ανυπάκουη συμπεριφορά του παιδιού μου τους τελευταίους μήνες έχει αυξηθεί πάρα πολύ. Θα μπορούσε να βοηθήσει σε αυτή τη συμπεριφορά ο δάσκαλος/ προπονητής του?
Αρχικά, αν οι συμπεριφορές αυτές εμμένουν και δυσκολεύουν την ομαλή σχέση του παιδιού με τα υπόλοιπα παιδιά της ομάδας ο δάσκαλος/ προπονητής είναι καλό να έρθει σε επαφή με τους γονείς ή τους θεραπευτές του παιδιού εάν είναι δυνατόν, ώστε να συλλέξει τις απαραίτητες πληροφορίες που επιθυμούν να μοιραστούν οι γονείς. Είναι απαραίτητο να χτίσει μια σχέση εμπιστοσύνης με το παιδί ώστε το ίδιο να νιώθει πως έχει κάποιο σύμμαχο, κάποιον που να μπορεί να απευθυνθεί και να μιλήσει. Είναι σημαντικό να κατανοήσει την ψυχοσύνθεση του παιδιού τη συγκεκριμένη περίοδο, ώστε να μην του αντιτίθεται αλλά να το βοηθά. Τέλος, πρακτικά ο δάσκαλος/ προπονητής θα μπορούσε να υιοθετήσει στρατηγικές όπως κίνητρα ή επιβραβεύσεις που να ωθούν το παιδί και να το κάνουν να λαμβάνει μια αυτοϊκανοποίηση.
- Γιατί υποεκτιμώ τις αθλητικές μου ικανότητες; Πως μπορώ να αντιμετωπίσω το άγχος κατά τη διάρκεια ενός αγώνα; Πως θα καταφέρω να αποδώσω με βάση τις δυνατότητές μου;
Στον αθλητισμό και ιδιαίτερα στον πρωταθλητισμό οι αθλητές αγωνίζονται με κεντρικό στόχο τη νίκη. Ακόμα και στον ερασιτεχνικό ή στον παιδικό αθλητισμό, οι αθλητές δεν διεκδικούν κάποιο βαρυσήμαντο βραβείο. Παρόλα αυτά αγωνίζονται στοχεύοντας στη νίκη ή στην υψηλότερη επίδοση. Η νίκη οδηγεί σε συναισθήματα ικανοποίησης, επάρκειας και αυτοπεποίθησης. Τι συμβαίνει όμως όταν η επιτυχία μας προκαλεί άγχος;
Το άγχος όταν δεν είναι παραγωγικό έχει σωματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις και επηρεάζει την απόδοση των αθλητών. Ο αθλητής εστιάζει την προσοχή του στο αποτέλεσμα του αγώνα. Γιατί όμως αυτό προκαλεί άγχος; Επειδή το αποτέλεσμα είναι μια μελλοντική κατάσταση αλλά και γιατί το αποτέλεσμα δεν βρίσκεται 100% κάτω από τον έλεγχο μας. Δημιουργείται λοιπόν μια αβεβαιότητα. Ο προσανατολισμός σε καταστάσεις αβεβαιότητας, προκαλεί άγχος, αρνητικό τρόπο σκέψης (καταστροφολογία, πρόβλεψη του μέλλοντος) και αρνητικά συναισθήματα, όταν το αποτέλεσμα δεν είναι το επιθυμητό. Με άλλα λόγια, ο αθλητής, αντί να εστιάσει στην απόδοση του και τις τεχνικές λεπτομέρειες κατά τη διεξαγωγή του αγώνα, δηλαδή στο παρόν, εστιάζει σε μια μελλοντική κατάσταση, το αποτέλεσμα.
Το άγχος πριν την διεξαγωγή του αγώνα ενισχύεται με την ύπαρξη κάποιων παραγόντων επικινδυνότητας που επηρεάζουν την απόδοση του αθλητή:
- Ο φόβος για αποτυχημένη απόδοση. Ο φόβος για ήττα ή μειωμένη απόδοση εμφανίζεται όταν ο αθλητής επικεντρώνεται στο αποτέλεσμα. Μάλιστα, οι αθλητές πολλές φορές κυριεύονται από φόβο της ήττας από έναν θεωρητικά πιο αδύναμο αντίπαλο, ο οποίος αντικατοπτρίζει τον φόβο για το εγώ του αθλητή.
- Ο φόβος για αρνητική κοινωνική αξιολόγηση. Ο φόβος και η ανησυχία για αρνητική κριτική θα μπορούσε να αποτελέσει σοβαρή απειλή για την αυτοεκτίμηση του αθλητή.
- Η τελειομανία. Η τελειομανία σε φυσιολογικά επίπεδα είναι επωφελής για τους αθλητές. Όταν όμως τα επίπεδα τελειομανίας είναι υψηλά, τότε, ένα μη επιτυχημένο αποτέλεσμα, δημιουργεί αισθήματα ενοχής και χαμηλής αυτοεκτίμησης.
Πως θα αντιμετωπίσω το άγχος;
- Ο αθλητής θα πρέπει να αναγνωρίσει και να αποδεχτεί πως έχει άγχος έτσι ώστε να ανακαλύψει πιο λειτουργικούς τρόπους σκέψης όσον αφορά έναν επερχόμενο αγώνα. Η αντικατάσταση των αρνητικών σκέψεων με περισσότερο βοηθητικές σκέψεις όπως και η ενίσχυση των υπαρχόντων θετικών μοτίβων σκέψης παίζουν σημαντικό ρόλο.
- Προσανατολισμός προς το έργο. Όπως προαναφέρθηκε, ο προσανατολισμός προς τον εαυτό συνήθως αυξάνει τα επίπεδα άγχους. Ο προσανατολισμός προς το έργο αφορά την εστίαση στο παρόν, δηλαδή στα τεχνικά χαρακτηριστικά του αθλήματος. Η εστίαση προς το έργο βελτιώνει τους αθλητές στις δεξιότητες που εστιάζουν, ενισχύει την αυτοπεποίθηση αλλά και την ευχαρίστηση που λαμβάνει ο αγωνιζόμενος από το άθλημα.
Στρατηγικές χαλάρωσης όταν το άγχος προκαλεί υψηλά επίπεδα έντασης.
- Η σταδιακή χαλάρωση. Ο αθλητής βρίσκεται σε ένα ήσυχο δωμάτιο ξαπλωμένος, έχοντας τα χέρια δίπλα από τα πλευρά. Συνίσταται επίσης, η καθιστή θέση. Τα χέρια και τα πόδια δεν πρέπει να είναι σταυρωμένα καθώς η θέση αυτή ενισχύει τη διέγερση. Ο αθλητής αφιερώνει τα πρώτα λεπτά στο τέντωμα τον μυών με σκοπό τη χαλάρωσή τους. Στα επόμενα λεπτά, ο αθλητής εστιάζει στην απόκτηση χαλάρωσης διαφορετικών μυϊκών ομάδων.
- Ο διαλογισμός .
Καθορισμός ατομικών άμεσων στόχων κατά τη διάρκεια του αγώνα (π.χ. μπες δυνατά και σκόραρε), αυτό-διάλογος που αφορά την διατύπωση ενισχυτικών συνθημάτων (π.χ. κράτα γερά, πάμε, δυνατά), εστίαση της προσοχής σε συγκεκριμένα σημεία του αγώνα και την νοερή απεικόνιση άμεσων επιθυμητών γεγονότων (π.χ. ο αθλητής φέρνει στο μυαλό ενθαρρυντικές εικόνες όπως την μπάλα να καταλήγει στο καλάθι ή στο τέρμα).
Παιχνίδια Λόγου και Γραφής